- ενδιάθετος
- -η, -οεπίρρ. -α που βρίσκεται ή συμβαίνει στη διάθεση της ψυχής, ενδόμυχος, μύχιος.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ἐνδιάθετος — residing in the mind masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ενδιάθετος — η, ο (AM ἐνδιάθετος, ον) 1. αυτός που ευρίσκεται ή γίνεται μέσα στην ψυχή χωρίς να εκφράζεται («ενδιάθετος λόγος») 2. εκείνος που προέρχεται από τη νόηση 3. έμφυτος, φυσικός 4. φρ. «ἐνδιάθετα βιβλία τής Ἁγίας Γραφῆς» τα αναγνωρισμένα ως κανονικά… … Dictionary of Greek
Λόγος ενδιάθετος — (logos endiathetos) (греч.) слово внутреннее. Внутренняя речь (стоики). Логос, существующий в боге (Филон Александрийский). Философский энциклопедический словарь. М.: Советская энциклопедия. Гл. редакция: Л. Ф. Ильичёв, П. Н. Федосеев, С … Философская энциклопедия
ἐνδιαθετώτερον — ἐνδιάθετος residing in the mind masc acc comp sg ἐνδιάθετος residing in the mind neut nom/voc/acc comp sg ἐνδιάθετος residing in the mind adverbial … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιαθέτως — ἐνδιάθετος residing in the mind adverbial ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιάθετον — ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem acc sg ἐνδιάθετος residing in the mind neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιαθέτοις — ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιαθέτου — ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιαθέτους — ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνδιαθέτων — ἐνδιάθετος residing in the mind masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)